- ἀναφαίνει
- ἀναφαίνωcause to give lightpres ind mp 2nd sgἀναφαίνωcause to give lightpres ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σιλλεί — Α (κατά τον Ησύχ.) «ἀναφαίνει, λυπεῑ». [ΕΤΥΜΟΛ. Κατά μία άποψη, ο τ. πρέπει να διορθωθεί σε σιλλοῖ τού ρ. σιλλῶ*] … Dictionary of Greek